Αλέξιος

Αλέξιος
I
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.
1. Α. ο άνθρωπος του Θεού (4ος αι.). Καταγόταν από τη Ρώμη, γιος του πατρικίου Ευφημιανού και της Αγλαΐδας. Νυμφεύτηκε ύστερα από πίεση των γονέων του, την ίδια όμως μέρα του γάμου του αναχώρησε για την Έδεσσα της Μεσοποταμίας, όπου ασκήτεψε για πολύ καιρό. Ύστερα από 18 χρόνια βρέθηκε τυχαία στη Ρώμη, όπου παρέμεινε έως το τέλος της ζωής του, επαιτώντας –αγνώριστος– έξω από την πόρτα του πατρικού του. Αναγνωρίστηκε μετά τον θάνατό του από σχετικό σημείωμα που άφησε. Τον έθαψαν στον ναό του Αγίου Πέτρου. Η μνήμη του τιμάται στις 17 Μαρτίου.
2. Ένας από τους 10 εικονολάτρες μάρτυρες που, σύμφωνα με την παράδοση, θανατώθηκαν το 730 από τον εικονομάχο αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ Ίσαυρο, επειδή γκρέμισαν από τη σκάλα –με αποτέλεσμα τον θάνατό του– τον σπαθάριο που προσπαθούσε να αφαιρέσει την εικόνα του Χριστού από τη Χαλκή Πύλη της Κωνσταντινούπολης. Η μνήμη τους εορτάζεται στις 9 Αυγούστου.
3. Επίσκοπος Νικαίας της Βιθυνίας (11ος αι.). Έγραψε κανόνα για κάποιον μάρτυρα Δημήτριο. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Ιουνίου.
II
Όνομα αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.
1. Α. Α’ Κομνηνός. Βλ. λ. Κομνηνοί.
2. Α. B’ Κομνηνός. Βλ. λ. Κομνηνοί.
3. Α. Γ’ Άγγελος. Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (1195-1203), αδελφός του αυτοκράτορα Ισαάκιου Αγγέλου, αλλά ασήμαντος πολιτικός και στρατιωτικός. Όταν τα βυζαντινά στρατεύματα είχαν στρατοπεδεύσει στα Κύψελα της Θράκης, ο Α. μπήκε στη βασιλική σκηνή μια μέρα που ο αδελφός του απουσίαζε σε κυνήγι και αυτοανακηρύχτηκε αυτοκράτορας. Αργότερα έπιασε τον αδελφό του και τον τύφλωσε (1195). Μετά από αλλεπάλληλες αποτυχίες στον εξωτερικό τομέα, ο Α. υπέγραψε το 1187 βυζαντινοβενετική συνθήκη, παραχωρώντας απεριόριστα προνόμια στους Βενετούς, τα οποία ουσιαστικά σήμαιναν την οικονομική υποδούλωση της αυτοκρατορίας στη Βενετία. Αλλά το ισχυρότερο πλήγμα το δέχτηκε η αυτοκρατορία στις 24 Ιουνίου 1203, όταν ο στόλος των σταυροφόρων έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, κατέλαβε τον Γαλατά και άρχισε την πολιορκία της βασιλεύουσας, την οποία κυρίευσε στις 17 Ιουλίου 1203. Ο Α. έφυγε για τη Μοσυνόπολη της Θράκης αποκομίζοντας τον θησαυρό του στέμματος και ο τυφλός Ισαάκιος B’ επανήλθε στον θρόνο του με συναυτοκράτορα τον Αλέξιο Δ’. Ο Α. Γ’ πήγε από τη Θράκη στη Θεσσαλία και συμμάχησε με τον Λέοντα Σγουρό, που του έδωσε την κόρη του Ευδοκία για σύζυγο. Το 1204, σε μάχη εναντίον του Βονιφάτιου του Μομφερατικού, αιχμαλωτίστηκε και φυλακίστηκε στον Αλμυρό, αλλά κατόρθωσε να διαφύγει. Κατέφυγε στον εξάδελφό του Μιχαήλ Α’ Άγγελο Κομνηνό, δεσπότη της Ηπείρου, και από εκεί στον σουλτάνο του Ικονίου, από τον οποίο ζήτησε βοήθεια για να καταλάβει τον θρόνο της Νίκαιας. Ο σουλτάνος δέχτηκε, αλλά ο στρατός του νικήθηκε σε μάχη κοντά στην Αντιόχεια, ο ίδιος φονεύτηκε και ο Α. αιχμαλωτίστηκε (1210). Ο Α. κλείστηκε τελικά σε μοναστήρι, αλλά είναι άγνωστο πότε πέθανε.
4. Α. Δ’ Άγγελος (τέλη 12ου – αρχές 13ου αι.). Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (1203-4), γιος του αυτοκράτορα Iσαακίου B’ Αγγέλου. Σε ηλικία 18 ετών, ο φυλακισμένος μαζί με τον πατέρα του Α., κατόρθωσε να δραπετεύσει και να φτάσει στη Ρώμη, όπου ζήτησε από τον πάπα Ινοκέντιο Γ’ να βοηθήσει για την αποκατάσταση του πατέρα του στον θρόνο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Πήγε τότε στον γυναικάδελφό του Φίλιππο τον Σουηβό της Γερμανίας, όπου η αδελφή του Ειρήνη τον έφερε σε επαφή με τους σταυροφόρους, οι οποίοι ανέλαβαν να αποκαταστήσουν στον θρόνο τον Ισαάκιο και τον Α. έναντι υπέρογκου ποσού. Έτσι, την 1η Αυγούστου 1203 ο Α. μπήκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου στέφθηκε αυτοκράτορας. Ο αυτοκράτορας όμως αδυνατούσε να καταβάλει το συμφωνημένο ποσό και ο λαός αγανάκτησε όταν του ζήτησαν, με φορολογία, να προσφέρει από το υστέρημά του για την εξόφληση των σταυροφόρων. Για να προλάβει ενδεχόμενη λαϊκή εξέγερση, ο Α. αρνήθηκε τελικά να εξοφλήσει τους σταυροφόρους, που κήρυξαν τότε τον πόλεμο στο Βυζάντιο. Ο Α. αδυνατούσε όμως να οργανώσει αποτελεσματική άμυνα και ο λαός επαναστάτησε και ανακήρυξε αυτοκράτορα τον Νικόλαο Καναβό. Ο Α. Δ’ ζήτησε τη βοήθεια του Βονιφάτιου του Μομφερατικού, αλλά ο πρωτοβεστιάριος Αλέξιος Δούκας Μούρτζουφλος, γαμπρός του Α. Δ’, έγινε κύριος της κατάστασης, φυλάκισε τον Ισαάκιο B’, δολοφόνησε τον Α. Δ’ και τελικά ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας.
5. Α. E’ Μούρτζουφλος (13ος αι.). Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο οποίος ενθρονίστηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1204. Μετά την αποτυχία του να διασπάσει τον κλοιό των σταυροφόρων, επιδίωξε να συναντηθεί με τον δόγη της Βενετίας, Δάνδολο, και να διαπραγματευτεί τους όρους μιας πιθανής συνθήκης μαζί του. Τελικά απέτυχε και στην προσπάθειά του αυτή και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πόλη στα χέρια των Φράγκων και να διαφύγει στη Μοσυνόπολη, όπου άρχισε να προετοιμάζει εκστρατεία εναντίον τους. Δεν πρόλαβε, όμως, γιατί τον σκότωσαν. Ο Α. E’ Μούρτζουφλος υπήρξε συνεπής πατριώτης.
III
Όνομα τσάρου και πριγκίπων της Ρωσίας.
1. Α. Μιχαΐλοβιτς (Μόσχα 1629 – 1676). Τσάρος της Ρωσίας (1645-76). Πραγματοποίησε την ένωση της Μικρορωσίας (Ουκρανίας) με το κράτος της Μόσχας, ενώ επέδειξε σημαντική δραστηριότητα στους πολέμους εναντίον της Πολωνίας, της Σουηδίας και των Κοζάκων του Δον. Προώθησε τη συλλογή και την κωδικοποίηση των νόμων (Ουλοζένιε) και ενίσχυσε τις διπλωματικές επαφές με τα ξένα κράτη. Στα χρόνια της βασιλείας του έγινε η εξέγερση του Στένκα Ράζιν (1671), που θεωρείται το πρώτο σημαντικό αγροτικό κίνημα στη Ρωσία.
2. Α. Πέτροβιτς (αρχές 19ου αι.). Πρίγκιπας, γιος του Μεγάλου Πέτρου. Γρήγορα κατάντησε έρμαιο στα χέρια των κύκλων που αντιπολιτεύονταν –σε συνεργασία με ξένες δυνάμεις– το μεταρρυθμιστικό έργο του Μεγάλου Πέτρου. Από τη Νάπολη, όπου είχε καταφύγει, μεταφέρθηκε στη Ρωσία και, σύμφωνα με μια εκδοχή, εκτελέστηκε μπροστά στον πατέρα του.
3. Α. Αλεξάνδροβιτς (1850 – 1910). Μέγας δούκας, αδελφός του τσάρου Αλεξάνδρου Γ’. Αρχηγός του ρωσικού στόλου, παραιτήθηκε μετά τις ήττες στον Ρωσοϊταλικό πόλεμο.
4. Α. Νικολάγιεβιτς (1904 – 1918). Μονογενής γιος του τσάρου Νικολάου B’ και της Αλίκης της Έσσης. Μετά την έκρηξη της Επανάστασης του Φεβρουαρίου, ο πατέρας του παραιτήθηκε υπέρ αυτού (Μάρτιος 1917). Εκτελέστηκε μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της βασιλικής οικογένειας τον Ιούλιο του 1918.
Η κατάληψη των χειμερινών ανακτόρων της Αγίας Πετρούπολης, στις 1 Νοεμβρίου 1917. Ο Αλέξιος Νικολάγεβιτς συνελήφθη από τους επαναστάτες και εκτελέστηκε.
IV
Όνομα ιεραρχών της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.
1. Αρχιεπίσκοπος Κύπρου. Είναι άγνωστο πότε ακριβώς έζησε. Το όνομά του αναφέρεται στους καταλόγους των αρχιεπισκόπων της Κύπρου του χρονογράφου Μαχαιρά, καθώς και στο χειρόγραφο αρ. 34.554 του Βρετανικού Μουσείου του Λονδίνου.
2. Α. Στουδίτης (; – 1043). Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1005-43). Διετέλεσε ηγούμενος της μονής Στουδίου, αλλά από εύνοια του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Βασιλείου Β’ χειροτονήθηκε πατριάρχης. Με αυτό το αξίωμα ρύθμισε με επιτυχία τα εκκλησιαστικά και μοναστηριακά ζητήματα, ιδιαίτερα δε ό,τι αφορούσε τη χειροτονία των κληρικών και των μοναχών. Πολύ πλούσιος, έχτισε μοναστήρι, γνωστό ως «μονή του κυρού Αλεξίου». Μετά τον θάνατό του, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Θ’ ο Μονομάχος δήμευσε την τεράστια περιουσία του. Ο Α.Σ. έγραψε διάφορα θρησκευτικού περιεχομένου κείμενα.
3. Μητροπολίτης Μόσχας (1293 – 1378). Καταγόταν από τη βογιάρικη οικογένεια των Πλεστέγιεφ και το κοσμικό του όνομα ήταν Συμεών ή Ελευθέριος Μπιάκοντ. Σε ηλικία 20 ετών ασπάστηκε τον μοναχισμό και ασκήτεψε για 20 χρόνια κοντά στον στάρετς Γερόντιο. Το 1352 χειροτονήθηκε επίσκοπος Βλαντιμίρ και το 1353 μητροπολίτης Ρωσίας. Με τη μόρφωση και το κύρος που διέθετε εργάστηκε, μέσα στις αντίξοες συνθήκες που δημιουργούσε η μογγολική εισβολή, για τη διατήρηση και αύξηση της υπεροχής της Μόσχας και την κατάπαυση των διενέξεων των Ρώσων πριγκίπων. Επισκέφθηκε δύο φορές τη Χρυσή Ορδή, όπου απολάμβανε μεγάλη εκτίμηση, επειδή σύμφωνα με την παράδοση θεράπευσε θαυματουργικά την τυφλή κόρη του μεγάλου χάνου. Ανακηρύχτηκε άγιος της ρωσικής Εκκλησίας. Η μνήμη του γιορτάζεται στις 12 Φεβρουαρίου.
4. Α. ή Σέργιος Σιμάνσκι (1877 – 1970). Πατριάρχης Μόσχας (1945-70). Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια. Σπούδασε νομικά και θεολογία και το 1903 χειροτονήθηκε ιερομόναχος. Διορίστηκε επιθεωρητής της ιερατικής σχολής Ποκόφ (1904), διευθυντής της ιερατικής σχολής Τούλας (1906) και Νόβγκοροντ (1911). Το 1913 χειροτονήθηκε επίσκοπος Τίχβιν και το 1926 εξελέγη αρχιεπίσκοπος Νόβγκοροντ. Το 1945, μετά τον θάνατο του πατριάρχη Μόσχας Σεργίου, εξελέγη ομόφωνα πατριάρχης. Στην ενθρόνισή του, που έλαβε πανηγυρικό χαρακτήρα, παρέστησαν πατριάρχες και εκπρόσωποι όλων των εκκλησιών της ορθοδοξίας. Ο νέος πατριάρχης υπήρξε εξαιρετικά δραστήριος: στο εσωτερικό καταπολέμησε όλα τα σχίσματα και τις αιρέσεις (επί πατριαρχίας του επανήλθαν στους κόλπους της ορθοδοξίας οι ουνίτες της Ουκρανίας), στο εξωτερικό σύσφιξε τους δεσμούς της ρωσικής εκκλησίας με τις άλλες ορθόδοξες εκκλησίες και επισκέφθηκε τους αρχηγούς τους (το 1964 επισκέφθηκε επίσημα και την ελληνική εκκλησία).
5. Α. Ιγγλέσης (1911 – 1966). Μητροπολίτης Ζακύνθου. Καταγόταν από την Κεφαλονιά και σπούδασε θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Διάκονος (1935), πρεσβύτερος (1938), ιεροκήρυκας στη μητρόπολη Ιωαννίνων (1945), στρατιωτικός ιερέας με βαθμό λοχαγού (1947), έγινε μητροπολίτης Ζακύνθου το 1957. Τη διετία 1956-57 διετέλεσε διευθυντής της θρησκευτικής υπηρεσίας του Γενικού Επιτελείου Στρατού.
6. Α. Ρίντιγκερ (Ταλίν Εσθονίας 1929 –). Επίσκοπος Ταλίν και Εσθονίας. Σπούδασε θεολογία στο Λένινγκραντ. Διάκονος και ιερέας (1950), πρωθιερέας (1958), αρχιμανδρίτης (1961), ανέλαβε επίσκοπος Ταλίν και Εσθονίας το 1962.7. Α. Βρυώνης(Πειραιάς 1944 –). Μητροπολίτης Νίκαιας (1995 –). Σπούδασε στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1967 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1972 πρεσβύτερος. Υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας, εφημέριος και προϊστάμενος ιερών ναών στη μητρόπολη Πειραιά και στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Διετέλεσε αρχειοφύλακας γραμματείας της επιτροπής ευποιίας της Ιεράς Συνόδου, αντιπρόεδρος του γενικού φιλόπτωχου ταμείου και του Δ.Σ. του εκκλησιαστικού ορφανοτροφείου Βουλιαγμένης, πρόεδρος του ιδρύματος νεότητας, πρωτοσύγκελος και γενικός διευθυντής υπηρεσιών της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Το 1995 εξελέγη Μητροπολίτης Νίκαιας, όπου έχει αναπτύξει σημαντική και αξιόλογη πνευματική, κοινωνική και φιλανθρωπική δράση. Άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά.
8. Α.(Θεόδωρος Μιχαλόπουλος, Πειραιάς 1932 –). Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών (1981 –). Σπούδασε στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1954 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1961 πρεσβύτερος. Υπηρέτησε αρχικά ως στρατιωτικός ιεροκήρυκας (1955-57) και στη συνέχεια ιεροκήρυκας στη μητρόπολη Ξάνθης (1961-66), ενώ παράλληλα εργάστηκε και ως καθηγητής στην εκκλησιαστική σχολή Ξάνθης. Το 1966 τοποθετήθηκε τοποτηρητής στη μητρόπολη Δράμας, όπου εργάστηκε και ως ιεροκήρυκας και παράλληλα καθηγητής του Ταχύρρυθμου Φροντιστηρίου Επιμόρφωσης Ιερέων. Το 1976 εξελέγη επίσκοπος Διαύλειας και το 1981 μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών (έδρα Τρίκαλα), όπου έχει επιτελέσει σημαντικό πνευματικό, κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο. Στην περιφέρειά του λειτουργούν ο ραδιοφωνικός σταθμός Άγιος Οικουμένιος (102 FM), το ίδρυμα για παιδιά με ειδικές ανάγκες ο Άγιος Βησσαρίων στην Πύλη Τρικάλων, το οικοτροφείο αρρένων Οι Άγιοι Ανάργυροι στα Τρίκαλα, το γηροκομείο Άγιος Νικόλαος στα Μεγάλα Καλύβια κ.ά., ενώ προεδρεύει της Επιτροπής Αποκατάστασης Απόρων Κορασίδων και των ιδρυμάτων Αυγέρη και Νικολάου Μπίσμπα.
9. Α. (Παναγιωτόπουλος, Πάτρα 1943 –). Επίσκοπος Ατλάντας, ΗΠΑ (1999-). Σπούδασε στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης, στο οποίο και αναγορεύτηκε διδάκτορας (Doctor of Ministry). Το 1963 έγινε μοναχός στη Σταυροπηγιακή μονή Βατοπεδίου, το 1965 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1972 πρεσβύτερος. Υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος στη μητρόπολη Πατρών, ιεροδιάκονος στους ιερούς ναούς Αγίου Παντελεήμονα Αχαρνών και Αγίου Σπυρίδωνα Παγκρατίου, εφημέριος στον ιερό ναό Αγίας Σοφίας Πατρών και σε ενορίες-κοινότητες της Αρχιεπισκοπής Αμερικής. Διετέλεσε, επίσης, καθηγούμενος της ιεράς μονής Γηροκομείου Πατρών. Το 1987 εξελέγη από το οικουμενικό Πατριαρχείο τιτουλάριος επίσκοπος Τρωάδας και το ίδιο έτος ενθρονίστηκε χοροεπίσκοπος της ελληνικής κοινότητας της Αστόρια (στη Νέα Υόρκη). Το 1997 διορίστηκε αρχιερατικός επίτροπος της Ιεράς Επισκοπής Ατλάντας και, τέλος, εξελέγη επίσκοπος Ατλάντας το 1999. Στη δικαιοδοσία του υπάγονται 66 ενορίες-κοινότητες, 4 ιερές μονές και 5 παρεκκλήσια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ἀλέξιος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀλέξιος — ἄλεξις warding off pain fem gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αλέξιος ή Άλεξις — Όνομα σημαινόντων Βυζαντινών προσωπικοτήτων. 1. Στρατηγός, γνωστός και ως Α. ο Μουσελέμ (8ος αι.). Η Ειρήνη η Αθηναία τον έστειλε εναντίον του αρμενικού σώματος που είχε στασιάσει εναντίον της, επειδή είχε απαιτήσει από τον στρατό να την… …   Dictionary of Greek

  • Αριστηνός, Αλέξιος — (12ος αι.).Βυζαντινός λόγιος, νομοφύλακας της Αγίας Σοφίας. Έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιωάννη B’ Κομνηνού, που του είχε αναθέσει τη σύνταξη ερμηνείας στη σύνοψη των κανόνων της εκκλησίας, που είχε γράψει ο Στέφανος ο Εφέσιος. Το έργο του… …   Dictionary of Greek

  • Κολυβάς, Αλέξιος — (Ζάκυνθος 1848 – 1915). Φιλόλογος. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στη συνέχεια μετεκπαιδεύτηκε στις Βρυξέλλες. Αρχικά ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και διετέλεσε διευθυντής των εφημερίδων της Ζακύνθου Μοχλός και Εξεταστής.… …   Dictionary of Greek

  • Κομνηνός, Αλέξιος — (Κωνσταντινούπολη 1553 – 1619). Στρατηγός του γαλλικού στρατού. Καταγόταν από την οικογένεια των Κομνηνών του Βυζαντίου. Αρχικά υπηρέτησε τον δούκα της Σαβοΐας και κατόπιν προσέφερε τις υπηρεσίες του στην Ενετική Δημοκρατία. Αργότερα… …   Dictionary of Greek

  • Λεβιδιώτης, Αλέξιος — Αγωνιστής του 1821 από το Λεβίδι Αρκαδίας. Ήταν από τους πρώτους που πήραν μέρος στις επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της Επανάστασης και διακρίθηκε για τις ικανότητές του. Λόγω της γενναιότητάς του ανακηρύχθηκε στρατιωτικός αρχηγός της Τρίπολης.… …   Dictionary of Greek

  • Μακρεμβολίτης, Αλέξιος — (14ος αι.). Βυζαντινός λόγιος από την Κωνσταντινούπολη. Έγραψε έμμετρα έργα που εγκωμιάζουν τον ασκητικό βίο, επιγράμματα καθώς και πραγματείες φιλοσοφικού θεολογικού, ιστορικού και φιλολογικού περιεχομένου. Σημαντικότερα από αυτά είναι: Περί του …   Dictionary of Greek

  • Νούτσος, Αλέξιος — (1769 – 1822).Φιλικός από την Ήπειρο. Γιος πλούσιου εμπορευόμενου από το Ζαγόρι, γνωρίστηκε με τον Αλή πασά πριν γίνει βαλής των Ιωαννίνων. Μετά την άνοδο του Αλή στην εξουσία διορίστηκε προεστός στο Ζαγόρι (1797 21), που χάρη σε αυτόν γνώρισε… …   Dictionary of Greek

  • Πακάρ, Αλέξιος — (Paccard, 1813 – 1867). Γάλλος αρχιτέκτονας. Ταξίδεψε στην Ελλάδα και εκπόνησε σχέδιο για την αναστήλωση του Παρθενώνα. Διετέλεσε καθηγητής της αρχιτεκτονικής στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”